Επιτέλους η σεζόν τελείωσε. Περίμενα πως και πως να γυρίσω στην Αθήνα να κανονίσουμε το ταξίδι μας. 4 ολόκληρες μέρες μόνο οι δύο μας, μετά από τόσα χρόνια. Τα διαδικαστικά κανονίστηκαν. Ο προορισμός μας είναι γνωστός μόνο σε εμένα αλλά δε φαίνεται να σε ενοχλεί και αυτό με χαροποιεί και ανεβάζει την ερωτική διάθεση ψηλά. Φτάνουμε στα Τζουμέρκα και σε βλέπω να χαμογελάς αλλά και να σε παραξενεύει που δε σταματάω στο χωριό αλλά συνεχίζω. Ανεβαίνουμε το βουνό και σπας επιτέλους την σιωπή της περιέργειας
- Που πάμε;
Σου δίνω το αγαπημένο σου μυστήριο χαμόγελο και δεν απαντώ. Μετά από λίγη ώρα σε έναν αρκετά δύσκολο δρόμο, που ο φόβος φαίνεται να σε έχει επηρεάσει και έχεις ακουμπήσει στον ώμο μου, φτάνουμε επιτέλους.
Είμαστε σε ένα καταφύγιο αρκετά ψηλά, και τελείως απομακρυσμένοι από τον πολιτισμό. Ξεφορτώνω το αμάξι και μας υποδέχεται ένας φίλος μου που μένει πλέον εκεί. Συζητάμε λίγο μας κατατοπίζει και μας λέει ότι θα φύγει για 2 μέρες λόγο του ότι έχει κάποιες δουλειές στην πόλη.
Περνάμε τη μέρα μας κάνοντας πεζοπορία, που ξέρω πόσο λατρεύεις και αργά το απόγευμα έχουμε γυρίσει μιας και η καταιγίδα εδώ πάνω μπορεί να αποβεί μοιραία.
Ετοιμάζουμε ένα ελαφρύ γεύμα και καθόμαστε να αράξουμε στον δερμάτινο καναπέ που έχει στο σαλόνι. Το τζάκι ήδη καίει και ο ήχος της βροχής συναντά το τριβέλισμα της φωτιάς στο δωμάτιο. Έχεις ξαπλώσει στην αγκαλιά μου και τα χέρια μου ταξιδεύουν στο κορμί σου και χαϊδεύουν κάθε εκατοστό από τον παράδεισο μου. Η ανάσα σου σταδιακά αλλάζει, γίνεται πιο βαριά, ανοίγεις τα μάτια σου και το σκοτάδι τους με πνίγει, έχω τόσα πολλά χρόνια να το δω, να δω τις σκέψεις να ξεπηδούν από το βλέμμα σου σαν περίεργοι περαστικοί στο παράθυρο. Η διάθεση σου αλλάζει σε δευτερόλεπτο, το σώμα σου γεμίζει ένταση, το δωμάτιο αλλάζει συχνότητα και συντονίζεται με το μέσα σου, μαζί και εγώ. Τα μυαλά μας ήταν πάντα συνδεδεμένα σε τέτοιο βαθμό που δε θα μπορούσα να μην επηρεαστώ. Αφήνεις το ποτήρι σου στο πάτωμα και πλησιάζεις τη φωτιά, γονατίζεις μπροστά της και φέρνεις τα χέρια σου όσο πιο κοντά σου επιτρέπει η φλόγα της. Η εικόνα σου είναι σαν βγήκες από τα πιο σκοτεινά όνειρα μου, από τις πιο μύχιες φαντασιώσεις μου.
Τα μαλλιά σου είναι λυτά, χυμένα στην πλάτη σου, η φιγούρα σου σκοτεινή μπροστά στη λάμψη της φωτιάς. Σηκώνεσαι και έρχεσαι προς το μέρος μου και είναι σαν να βγήκες μόλις από μέσα της, σαν να σε ακολουθεί και να βγαίνει από μέσα σου, η καρδιά μου χτυπάει πιο δυνατά, τα μάτια σου καρφώνονται στα δικά μου. Ξέρω, καταλαβαίνω και νιώθω την αλλαγή. Σωριάζομαι κατευθείαν στα γόνατα, κατεβάζω το κεφάλι και περιμένω. Περνάς πίσω μου και τα δάχτυλα σου χαϊδεύουν το κεφάλι μου. Απομακρύνεσαι από εμένα και κάθεσαι στην πολυθρόνα αφού την έχεις μεταφέρει κοντά στην φωτιά.
- Κοίτα με!
Αμέσως σηκώνω το βλέμμα και μου κάνεις νόημα να σε πλησιάσω. Το σκοινί εμφανίζεται ως δια μαγείας από πίσω σου και τα χέρια μου αφοπλίζονται άμεσα πίσω μου σε ένα από τα αγαπημένα μας σχέδια. Νιώθω την ένταση σου μέσα από την Γιούτα και τις κινήσεις σου. Κάθεσαι πάλι μπροστά μου, με τα δάχτυλα σου σηκώνεις το κεφάλι μου και καρφώνεσαι μέσα στα μάτια μου. Για άλλη μια φορά ο χρόνος σταμάτησε, το μυαλό μου και η σάρκα μου σου ανήκουν.
Σκύβεις και με ένα απαλό φιλί στα χείλια με σηκώνεις να κάτσω πάνω σου, τα δάχτυλα σου και η γλώσσα σου αρχίζουν το αργό βασανιστήριο στο στήθος μου που ξέρεις ότι με καθηλώνει. Οι πρώτοι σπασμοί έρχονται και το κορμί μου κολλάει στο δικό σου, με νιώθεις καθώς τα υγρά μου απλώνονται πάνω στα πόδια σου. Με γυρνάς και πλέον είμαι με πλάτη σε εσένα, τα χέρια σου λύνουν τα δεσμά μου και τα χείλη σου μοιράζουν φιλιά πάνω στα σημάδια που έκανε το πάθος μας. Κάνω να σηκωθώ αλλά με τραβάς από την τελευταία χειροπέδα που έχεις κάνει και ξαπλώνω πάνω σου. Αρχίζεις ένα αργό ταξίδι με το σχοινί στο στήθος μου καθώς οι άκρες του ακουμπάνε ανάμεσα στα πόδια μου, στο υγρό μουνί μου. Η παλάμη σου κατεβαίνει απότομα πάνω στην κλειτορίδα μου και η φωνή μου γεμίζει τον χώρο.
- Σε παρακαλώ, δεν αντέχω άλλο…
Νιώθω το χαμόγελο σου σε κάθε φιλί που γίνεται στα μπράτσα μου, στους πήχεις μου, στην πλάτη μου.
Με σπρώχνεις στο πάτωμα και με κρατάς μόνο από το κομμάτι του σκοινιού που συνεχίζει να πιέζει τη σάρκα μου και να με μαρκάρει. Τα δάχτυλα σου βρίσκουν εύκολα τον προορισμό τους και καρφώνονται μέσα μου. Με κρατάς σκυμμένη στα γόνατα χωρίς να ακουμπάω όμως το πάτωμα με κανένα άλλο σημείο του σώματος μου και με παίρνεις δυνατά. Είσαι αμείλικτη και κάθε είσοδος με κάνει να βογκάω, δεν ξέρω αν είναι ο πόνος, η καύλα ή η αδυναμία που νιώθω απέναντι σου αλλά σε κάθε κάρφωμα χάνομαι όλο και περισσότερο. Νιώθω το τέλος να έρχεται, τις δυνάμεις μου να με εγκαταλείπουν και εσένα πιο δυνατή από πότε να συνεχίζεις να με διεκδικείς.
- Αφέσου, θέλω να σε ακούσω!
Δε χρειάζεται να πεις τίποτε άλλο. Τα δάχτυλα σου εγκλωβίζονται μέσα μου, ο οργασμός μου είναι ότι πιο δυνατό έχω νιώσει, το μόνο που με κρατάει είσαι εσύ.
- Τελειώνω…
Είναι το μόνο που προλαβαίνω να πω καθώς νιώθω το είναι μου να βγαίνει και να απλώνεται στα δάχτυλα σου και να μουσκεύει το χαλί. Λύνεις τη χειροπέδα και ξαπλώνεις δίπλα μου, στο πάτωμα χαϊδεύοντας τα σημάδια και προσπαθώντας να επαναφέρεις την κυκλοφορία στα χέρια μου.
Χανόμαστε η μία στα μάτια της άλλης.
Άλλα είχα στο μυαλό μου για αυτή τη μέρα αλλά δε σταματάς να με εκπλήσσεις πότε. Υπάρχουν κι άλλες μέρες. Θα το ανταποδώσω. Αύριο είναι μια καινούργια μέρα… σκέφτομαι καθώς βυθίζομαι στον λήθαργο του οργασμού μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου