Ορισμένα παντρεμένα ζευγάρια διατηρούν το πάθος και το ρομαντισμό για δεκαετίες ή περισσότερο, σύμφωνα με νέα έρευνα στην οποία χρησιμοποιήθηκε απεικονιστική μέθοδος εγκεφάλου.
Όταν κοιτούσαν μια φωτογραφία του αγαπημένου τους, ο εγκέφαλος των ζευγαριών που ήταν παντρεμένα 10 χρόνια ή περισσότερο και θεωρούσαν τους εαυτούς τους έντονα ερωτευμένους με τον σύντροφό τους, εμφανίστηκε να φωτίζεται παρόμοια στις απεικονιστικές μεθόδους, με τα ζευγάρια που είχαν ερωτευθεί πρόσφατα.
Οι 17 συμμετέχοντες δεν ήταν απλώς ευτυχισμένοι στο γάμο τους, δήλωσε ο ερευνητής Arthur Aron, του Πανεπιστημίου Stony Brook, στη Νέα Υόρκη. Πρόκειται για συζύγους που δεν μπορούσαν να συγκρατηθούν. Δήλωσαν ότι προξενούσε έκπληξη στους φίλους τους το γεγονός της είχαν συνεχούς σωματικής επαφής.
Ήταν άνθρωποι με έντονο δέσιμο, μεγάλη ζωτικότητα και πάθος. Αυτά φάνταζαν απίθανα σε ορισμένους ανθρώπους, αλλά η έρευνα υποδεικνύει ότι είναι αληθινά, δήλωσε ο ερευνητής.
Οι εθελοντές ανταποκρίθηκαν σε αγγελία που ρωτούσε ‘είσαι ακόμα τρελά ερωτευμένος με τον επί πολλά χρόνια σύντροφό σου’; Οι ερευνητές, τους αξιολόγησαν χρησιμοποιώντας ερωτηματολόγια που ρωτούσαν για τη συχνότητα σεξουαλικών επαφών και σε ποιο βαθμό ο σύζυγος ήταν ο πιο σημαντικός άνθρωπος στη ζωή τους, καθώς και πώς ανταποκρινόταν το σώμα όταν βρίσκονταν δίπλα.
Οι 10 άντρες και οι 7 γυναίκες υποβλήθηκαν σε λειτουργική μαγνητική τομογραφία, ενώ κοιτούσαν φωτογραφίες αγαπημένου προσώπου. Ένα στενό παλιό φίλο, μια μακρόχρονη γνωριμία και μια καινούργια γνωριμία.
Η απεικονιστική μέθοδος του εγκεφάλου έδειξε να φωτίζονται δυο περιοχές του εγκεφάλου, όταν οι εθελοντές κοίταζαν τη φωτογραφία του συζύγου.
Προηγούμενες έρευνες έδειξαν ότι οι συγκεκριμένες περιοχές, πλούσιες σε ντοπαμίνη, που σχετίζονται με ανταμοιβή και κίνητρο, φωτίζονται επίσης σε ζευγάρια όταν ερωτεύονται.
Φαίνεται πως νιώθουν όπως αυτοί που έχουν πρόσφατα ερωτευτεί.
Όσοι ήταν μακροχρόνια πολύ ερωτευμένοι έδειξαν επίσης περισσότερη δραστηριότητα σε περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με το μητρικό δέσιμο και το σύνδεσμο μεταξύ του ζευγαριού, δήλωσε ο Aron. Η συχνότητα των σεξουαλικών επαφών συνδεόταν με αυξημένη δραστηριότητα περιοχής του ιππόκαμπου που εμπλέκεται με την πείνα και τη μεγάλη όρεξη.
Ωστόσο, όσοι ήταν πολλά χρόνια παντρεμένοι διέφεραν τουλάχιστον σε ένα σημαντικό παράγοντα από τους νιόπαντρους. Περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονταν με την εμμονή και το άγχος φωτίζονταν λιγότερο σε σχέση με εξετάσεις νέων ζευγαριών.
Αντίθετα, ήταν περισσότερο δραστήριες περιοχές του εγκεφάλου που συνδέονταν με την ηρεμία, δήλωσε ο Aron.
Ο Robert Epstein, του Πανεπιστημίου του San Diego, που ειδικεύεται στην αγάπη και τις σχέσεις, εκφράζει σκεπτικισμό σχετικά με τα ευρήματα. Η έρευνα αφορά μικρό αριθμό συμμετεχόντων και οι ερευνητές μπορεί να υπερέβαλαν με τα συμπεράσματα.
Επειδή οι συμμετέχοντες αξιολογήθηκαν σε κάποια χρονική περίοδο, η έρευνα μπορεί να υποδεικνύει ότι είναι πιθανό να ερωτεύεται κάποιος πάλι, παρά να δείχνει ότι είναι δυνατόν να διατηρείται η ‘νέα αγάπη’ για χρόνια.
Οι σχέσεις περνούν φάσεις, δήλωσε ο ερευνητής. Η ευτυχία τείνει να μειώνεται όταν τα ζευγάρια αποκτούν παιδιά. Καθώς μεγαλώνουν και φεύγουν από το σπίτι, ορισμένα ζευγάρια βιώνουν αναγέννηση, όπως φάνηκε στα ζευγάρια που έλαβαν μέρος στην έρευνα.
Ο Epstein δήλωσε ότι δεν γνωρίζει αν αυτοί οι άνθρωποι ήταν συνεχώς πολύ ερωτευμένοι. Αυτό που συνήθως συμβαίνει στις σχέσεις, είναι οι άνθρωποι να είναι πολύ ερωτευμένοι και στη συνέχεια να αρχίζει η καθοδική πορεία. Στη συνέχεια μεγαλώνουν τα παιδιά, ζουν ένα δεύτερο μήνα του μέλιτος και μπορούν να ξανανιώσουν τα αρχικά συναισθήματα.
Δεν πρόκειται για συνέχεια των έντονων συναισθημάτων, συνεχίζει ο ερευνητής, αλλά για αναγέννησή τους.
Τα ζευγάρια που ζουν μαζί πολλά χρόνια και θεωρούν τους εαυτούς τους σχετικά ευτυχισμένους και ικανοποιημένους αλλά όχι απαραίτητα τρελά ερωτευμένους, δεν θέλουν να ακούν για ζευγάρια που ακόμα νιώθουν μεγάλη επιθυμία για τον σύντροφό τους.
Σύμφωνα με τον Aron, ένας από τους τρόπους που οι άνθρωποι νιώθουν καλά σχετικά με τον εαυτό τους είναι να συγκρίνουν τους εαυτούς τους με άλλους, έτσι αρχικά δεν είναι ένα μήνυμα που θέλουν να ακούν.
Η έρευνα δημοσιεύεται στο περιοδικό ‘Social Cognitive and Affective Neuroscience.’
Πηγές: ‘Social Cognitive and Affective Neuroscience.’
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου